Ελαιώνας





















Ρώτα την πλώρη που σου μαθαίνει 

Να ονειρεύεσαι ακόμη. Η επιφάνεια

Του νερού ακίνητη.

Υψώνεται
Σε κατά μήκος πεζοδρόμια,

Χωρισμένη σε πλάκες περιχύνει 

Το περπατημένο μάρμαρο στη λίμνη.

Έτσι πήρε σχήμα οροπεδίου κάποια σελήνη

Και αρχίζει να κυλά το άστρο της αργά
Τη νύχτα εκτός από εμένα τον ίδιο.


Οι σύντομες στιγμές σε γκρο πλαν παλμό

Μαγεύουν το μοναχικό πουλί στο κυπαρίσσι.

Ο νυχτερινός κήπος δεν είναι παρά λόγος

Από ρήματα αράδες 

Σε ατσαλόσυρμα που δείχνει τα δόντια του

Στην σημασία

Όσο και στην παρουσία. Αυτός δεν γονατίζει

Σε καμία παραπλάνηση, 

Βρίσκεται με δέκτη στις κορφές των ιστίων

Μ’ ένα μαντήλι γεμάτο σημάδια από το μπάρκο.


Η γη και η θάλασσα 

Που συνεχίζουν να ταξιδεύουν.