Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα poem. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα poem. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Υπέρβαση






Έκανε άλμα το μπλε
Πάνω από το κιγκλίδωμα.

Tαίριαξε
Με του άσπρου το νεφέλωμα.

Οι μοίρες, σχόλασαν.







(από τις ''Ισορροπίες'', του 2012)

Κάρυστος















Χτισμένη στο μέτρημα με τον αέρα, η πέτρα
Αυτή έδεσε την ακτογραμμή στην Όχη

Μ' έναν ήλιο τροχιστή, ο κόλπος κυμάτιζε
Από το πέταλό του συμβάντα βυθού στο λατομείο

Ποιος ξέρει τι πρόκειται να μοιραστούμε
Στο μονοπάτι με τις μυστικές σκιές
Πλήθος βαρομέτρων και υδροχαρή φυτά
Που μας έδειξε
Από τη διάθλασή του ο Καφηρέας - από το γλωσσίδι
Της ανεμοδούρας για τα Δρακόσπιτα η αφροδισία 
Κάρυστος λεύτερη σαν ψυχή,
Παλεύει με τα δίχτυα της. 

VIII



















Στην ακτή, 

Παίζουμε εκτός χρόνου!


Η ψαροπούλα 

Μετέφερε τα παιδιά της μέσα 

Στα κουβαδάκια μαζί με κάτι ζωγραφιές

Πελάγους,

Γλάρους και θαμπά μεσημέρια,

Τυχαίους βράχους

Κάτω από θάλασσες και πεύκα περισκόπια,

Ένα σαμιαμίδι περιπλανώμενο βότσαλο

Ή σαν κορδέλα από κορίτσι για όπου 

Φυσάει ο άνεμος την άμμο, ένα ταξίδι 

Στο ιστίο των κυμάτων

Μέχρι να χαθεί από το βάθος

Του ματιού.


Αλλά τι νόημα έχει να τα λες 

Δεν έχουν τέλος 

Οι κουβέντες

Δεν έχει τέλος ότι υπάρχει στις καρδιές.



VII



















Ξυπνάω, 

Αυγή που κατηφορίζει

Και ψυθιρίζει στα διψασμένα φύλλα.


Το φως σήμερα 

Δεν ήταν σε χρώμα ουρανί, με μορφή

Που σβήνει

Η χώρα πορεύεται έτσι.


Τα πινέλα ασταθή 

Πετάνε τα χρώματα το ένα στα μούτρα 

Του άλλου, ή μια

Πέτρα τοξωτή, δίχως θεμέλιο,

Κινείται μέσα στην αναγνώριση. 


Προχωρώ!


Πάνω σε μια γέφυρα από το πήγαιν’ έλα

Των βημάτων κάτι συμβαίνει

Που η φύση το ξέρει.


VI




















Χωρίς απάντηση να δίνει κανενός

Μια αόριστη δόνηση απελευθερώνει

Ένα γράμμα, 
Από άλλα πλάσματα ή πεζοδρόμια

Ξεθυμασμένου μαρμάρου ή ρήματα αράδες 

Σε ατσαλόσυρμα που δείχνει τα δόντια του

Στην σημασία

Όσο και στην παρουσία, γιατί ο δέκτης 

Βρίσκεται στις κορφές που αναβλύζουν 

Σ’ ένα μαντήλι γεμάτο σημάδια.

 

Στο μπάρκο γη και θάλασσα 

Που συνεχίζουν να ταξιδεύουν.


V






















Σιτάρι,

Με στάχυα ηλιοκαμμένα δάχτυλα.


Η ριπή του ανέμου φιλτράρεται

Από το χωράφι και ξαφνικά

Τα μαζεμένα φτερά έγιναν καπνός.


Κρουστός λαιμός ο βάτραχος

Χωρίς φάλτσο

Κάπου κελαρύζει ένα ρυάκι.


Ανάμεσα στις ελιές
Ο κανονικός σφυγμός

Μόλις πήρε σχήμα, η όμορφη μέρα 

Αιωρείται στο χρώμα 

Που κάνει τα πράγματα.   

Τίποτα.

Η ομορφιά παραπλανεί τις νέες πληγές,

Ακόμα φαγώσιμοι.

ΙV














Καμία νότα δεν είναι λάθος

(Ούτε περισσότερο σκληρή), από τη λαμαρίνα.


Βρέχει ήχους και μια ωραία τρέλα ανοίγει 

Από τη μία και πέφτει από την άλλη.


Έχει πλαστεί ο εκτελεσμένος της βροχής

Και δένουν τα φυτά, η λιακάδα 

Θρέφει τη ρίζα ή μια στιγμή γης

Καθαρή από στολίδια 


Διαρκή αλλαγή των θέσεων

Ποδιών και ουρανού.


Το απόγευμα χορεύει στα μαλλιά

Και τα σωθικά η χλόη φουσκώνει.


Στο γύρισμα ενός παρονομαστή

Για το απλό παιχνίδι

Του στίχου, μνήμη ξεσπιτώσου.


ΙΙΙ




















*


Μια διάσχιση

Όπως τώρα, από τις θηλιές αμίλητων πουλιών

Παραείναι δυνατό.


Κοιτάξτε ένα βήμα στιγμιαίο

Ακριβώς γι’ αυτό, το μάτι ανοίγει.


Είναι στον δρόμο του

Μέσα

Έξω και πάλι μέσα

Με το ένα πόδι στην παρατήρηση ψάχνει

Την πηγή του αδύνατου να ειπωθεί.


Σ’ ένα ζευγάρι 

Πέδιλα η κόρη του Νηρέα

Ξεφεύγει από την λάμψη της

Και τίποτα δεν λέει ο εαυτό της 

Κομμάτια σπασμένα

Σε σελίδες κάποιου βιβλίου.


Από την δύναμή τους δίπλωσε και το σύννεφο

Και τα παραπετάσματα του ορίζοντα 

Το πιο καλό κλαδί στον ήλιο και σε ζωντανή ροή 

Ταυτόχρονα οι πεταλούδες

Με τα μελλούμενα ή κάποιο ύφος,

Ίσως.



**


Από αυτό το στραγγιστήρι κάτι ζωντανεύει,

Ένα κύμα δάφνης ανοίγει απροσδιόριστες

Σπονδυλωτές αλληλουχίες και τρέχει

Να προλάβει η καρδιά ν' αρπάξει λέξεις, 

Αυτές αρνούνται

Το όνειρο 

Αφαιρώντας σαγήνη έτσι 

Που ο χρόνος εκτρέπεται

Από τον δρόμο του

Που δεν είναι δικός σου, ούτε δικός μου,

Είναι του κόσμου και ούτε είναι

Για τον σκώληκα της φαντασίας.


ΙΙ















*


Το καλοκαίρι 

Μπήκε στο περιβόλι και οι ευωδιές

Διαποτίζουν όλο τον κόσμο,  

Βέλη εν πτήσει τα χορταράκια του!

Σήμερα δεν γράφονται οι λέξεις, δοκιμάζονται 

Σ’ ένα κοκόνι

Που το γαύγισμά του κεντά  

Ένα γύρω γύρω το χωριό, θαλασσί βελονιά.

Δοκιμάζονται 

Από τον αγρότη που γύρισε και το σπίτι 

Έσπασε από την κούραση.

 

Ναι, ελάτε να δείξουμε τα σπίτια μας, 

Είπαμε, να μπείτε σαν νέοι αθλητές,

Μην κάθεστε εκεί, βολευτείτε

Σε σφηκοφωλιές

Και αντί να χαμογελάτε

Ζωγραφίστε μία αλεπού,

Για φωτισμό μια ωραία τρέλα

Με θέρμη

Καταγράφοντας ότι δεν συμβαίνει.


**


Ο μαέστρος σκύβει 

Πατάει το πλήκτρο

Και ξεπαγώνει 

Το μελάνι.


Ένας νέος βρίσκει 

Την κοπέλα του

Και το ποίημα χάνει 

Τον στίχο.



Ι







*


Από αδιόρατο τόπο
Ένα σφυρί και το καλέμι του 
Χτυπούν αδιάκοπα το δάκρυ 
Εκείνο που μεγαλώνει με
Τις σπρωξιές του αέρα.

Σε αυτή την περιοχή από ωθούμενα 
Τείχη ψαμμόλιθου 
Βρίσκονται τα χρώματα,
Σην αργιλώδη μάζα - την σαρκώνουν.

Έξω από αυτή, η άπνοια
Μια πεζή στιγμή, μια αλυσίδα με βουνά 
Σε βραχώδεις ροές
Με σπονδύλους και με οστά,
Η σκόνη.

*

Πάνω σε αυτό το σώμα - πιο σκοτεινός 
Συνδιασμός μοιάζει να μην έχει ξημερώσει, αίνιγμα 
Που έχασε όλες τις λύσεις, μάταιοι
Οι ψαλμοί και τα λάβαρα με τ’άστρα
Στον κολπίσκο με τις πεταλίδες... όμως
Μία οξεία κραυγή με γέλιο μαζί
Σαν λάμψη απ’ ένα παιδί που κολυμπάει 
Και ανεβαίνουμε από τα βάθη ή σαν κουπί 
Που υψώνει το κύμα, το πέλαγος μιλάει
Ο μαγικός δρυμός πατάει σίγουρα 
Και από τον πυρήνα του 
Αναβράζει ο ήχος των ηλιάνθεμων 
Διαστέλλοντας τα κατάμεστα μάτια.


ναρκολωρίδες





Όταν νυχτώνει το σπίτι είναι εκπληκτικά ασταθές

Η αστάθεια αποτυπώνεται στα όσα βλέπουν οι τοίχοι

Οι τοίχοι που δεν στερούνται υγρασίας

Υγρασία όχι από το θυμάμαι αλλά από το ξεχνώ

Ξεχνώ

Στο όνειρο μουγκρίζω και ξυπνώ

Το όνειρο δεν θέλει να μιλήσω ξυπνώ για ύπνο

Άφαντος ο ύπνος

Ύπνος στον άνεμο στα πεύκα και πιο πέρα κι ακόμα

Κι ακόμα στον άνεμο στα πεύκα και πιο πέρα και μέσα τους ακόμα

Και μέσα τους κυρίως μέσα μου θα χαραχθούν ναρκολωρίδες σε σειρά

Σειρά τη σειρά να γράψω μία σειρούλα νάρκη

Η νάρκη στο μολύβι και λέει η προσοχή: στο εμπύρευμα βάλε λογική

Η λογική που είναι θηλυκό μόνο πολεμιστή μπορεί να αγαπήσει.

Bόρρισμα, 2014 (ISBN:978-618-81561-1-1)



Ο Θεός σου
πιο κοίλος από το διάστημα
κι ακόμα πιο Θεός
που λαχταρά ερωτηματικά
και τραύματα!

Το τραγουδούν τα ποιητικά,
το ίχνος παλίρροια το ίχνος κομμάτι ορμητικής
λέξης κι ας έμεινε αστόχαστη
που ανυψώνεται σε Είναι και Λέει
τις κουβέντες ανάποδα, είναι
και παρουσιάζεται και υπογράφει
το γυρισμένο της κεφάλι
τις συνέπειες συντροφιάς από ύψος αλήθειας

Κοίτα πώς γλιστράνε οι λέξεις
στην αλήθεια, λέει ο μοναχικός
συνοδοιπόρος εξαντλημένος

Και χάνει ένας την ψυχραιμία κι είναι ο ορειβάτης
από ξαφνική ομίχλη και ραγδαία βροχή
που στροβιλίζεται και τον λασπώνει φριχτά
και γίνεται η δυσκολία, ένας ορθοστάτης
ένας με παγωμένα χείλη μια φύση ρυακιών 
που σε ακολουθεί στην ψεύτικη διεύθυνση

που 'χει τον πρώτο λόγο στη σιωπή και τη δικιά σου
ακόμα που της σκορπά ό,τι της έχει γραφτεί σε ύψος

και λέγεται αυτό «βόρρισμα σταράτο».

Πήλιο




Οι πέτρες
από το αφρισμένο λινό που φοράει
η
αλμύρα όταν τα μποφόρια
και το κορίτσι,
απλώθηκε

απ’ το μπριζάτο ήχο τζίτζικα
που ευδοκίμησε
στον εγκέφαλο
και μάρτυρές του οι φτέρες
της όρθιας ζέστης

που ο Μορφέας τη βρήκε
με σώμα, 
το σώμα της  λυμένο
απ' όλες τις μπάντες λυμένο

και να 'μαστε εδώ,

με τον Αύγουστο του Λόρκα
στο ποίημα
με όλους τους καιρούς και τα δελτία
για μια φετούλα από το μάγουλο
της θάλασσας
κι αδήλωτα πλατάνια
τη μυρωδιά του πεύκου
το γινομένο σύκο,

υπερασπισμένη πατρίδα,
βουνό των βουνών
Πήλιο

με το δρακόφρυδο
και την τραχιά οπλή,
εδώ έχω αναληφθεί
το όνειρο
τον ελεύθερο δρόμο.

Του λέει γίνε τουλάχιστον























Του λέει γίνε
τουλάχιστον
σ
ε
λ
ι
δ
ο
δ
ε
ί
κ
τ
η
ς
στο 
φερετροποιό
βιβλίο, όπου όλοι μας

Άλλος μπορεί το μολύβι
Άλλος τη γόμα μπορεί, ακόμα και το ίδιο
Το χέρι που γράφει, άλλος
Μπορεί να γίνει
Κάτι όμως,
Όχι τα γράμματα.

Όλες οι πορείες η πορεία (κυκλοφορεί...ISBN:978-960-9545-28-0)






















...«να βρέξουμε το βιβλίο», και ήπιαμε μπύρες 
στο φίλιο μπαλκόνι 
κι όταν τράβηξα στο δρόμο  
άνθρωποι χόρευαν μπαλέτο της κυκλοφορίας χωρίς πρόβα

παραπάτησα μια δυο φορές 
στη μεσημεριανή ακροβασία μέχρι να τη συνηθίσω 
κάτω από τα πόδια κατρακυλούσε στο ασφαλτένιο αλώνι
και μέριασε τη μέρα ένα κάτι από μουσική...
 η μουσική...  η μουσική...
το 'βαζα στο αυτί, ξεφυλλίζοντάς το ν' ακούσω... είναι ήχινο;
''επόμενη στάση Αιγαίου - παρακαλώ, κατεβείτε από τη δεξιά πλευρά του τραμ'', είπε η γάτα της μηχανής.

Aντί επιγράμματος

Δεν πειράζει, χωρίς κραγιόν
Bούτα στο απαρέμφατο πεθυμιά αχαλίνωτη
Και βάψε τα χείλη

Τι όμορφη
Τι παραφορά...

Ας γδύσουμε τώρα τις συλλαβές
    Μία – μία.

Ένα βέλος που σφυρίζει

Ένα φύσημα 
Λαχτάρες στο κοχύλι, και του επέστρεψε
Ένα φθινοπωρινό λουλούδι
Να κατοικήσει 
Τον συρμάτινο Χειμώνα

Σε απόσταση ακοής
Ξεπρόβαλε 
καλλίγραμμο ρίγος
Μισό φως μισό από το σωπαίνω

Το όνομά μου δεν έχει σημασία,
Περπατάμε κι όπου βγάλει;

Κρύες πέτρες 
και στιγμές ζεστές
Στο γεφύρι της αβύσσου.

Με αργές βελονιές


Με αργές βελονιές
Περνούν 
Οι μέρες
Στο γόνατό μου

Με ενοχλεί το πόδι,
Ωστόσο,
Δεν είμαι κουτσός.