Ερυθρά άργιλος (1)





α'

Πού χάρισε το φως η μέρα
Βλέμμα μακρό, στ' όνειρο

Οι ίνες των λεπτών τινάζονται
Δεν είναι μόνο ο ιστός που παγιδεύει

Ο χρόνος δίστασε, έχασε τους δείχτες
Το φως επιστρέφει τη σιωπή...

Έτσι κανένα καλούπι δεν πήρε το σκήπτρο
Ο στεναγμός της έκκλησης αυτής
Γίνεται η τωρινή σκιά

Όχι μοναδικό σημάδι...

Τώρα που θέλησε να οργώσει την πηγή,
Πέτρα


β'

Κανείς ουρανέ...κανείς.
Με το σύννεφο έκθετο στον διψασμένο
Ο ουρανός.

Το πρόσωπό του δεν το κρύβει.
Στο κρυφοπάτημα της γάτας, ως κι ο ουρανός.

Σε θέση μάχης: αιχμάλωτο περιστέρι,
Όπλο του φωτός
Ο ουρανός... ύποπτος ως κι ο ουρανός.

Κανείς ουρανέ...κανείς χωρίς όπλα.

γ'

Μίλησε όπως οδηγούν οι μεγάλοι ορίζοντες

Κομματιασμένα άλματα στο χρώμα
Του αίματος

Η σκυτάλη τού Πανάρχαιου ζώου
Στην αυγή 
Ριγμένο φυσίγγι

δ'

Βρεθήκαμε στη συγκυρία ενός παιχνιδιού
Όπου ο κάθε τοίχος διαλύεται

Ο φλοιός της γης αντιφεγγίζει
Την ορυκτή της γέμιση 
 
Σκεπή

ε'

Καλπασμοί στο πέταλο 
Των καλπασμών

Στην κινούμενη άμμο των σύννεφων
Ας φέρει τον πνιγμό 
Αποχωρώντας
Των κεραυνών το πιο στατικό

Τίποτα αναντικατάστατο