Πάνω σε αυτό το σώμα που καθόταν εκεί - πιο σκοτεινός
Συνδιασμός μοιάζει να μην έχει ξημερώσει.
Οι Ζάρακες έχουν λίγο δρόμο ακόμα.
Στον κολπίσκο με τις πεταλίδες μία οξεία
Μας ανεβάζει
Από τα βάθη ή σαν κουπί που υψώνει το κύμα.
Ο κάβος στη δέστρα του.
Ένας βράχος που έσπρωξε η θάλασσα στο φως
Να καίγεται η πέτσα του αιώνια. Στην άκρη του αράζει
"Η Μαρίδα". Ένα σκαρί που έχει κάτι να πιεις.
Δεν είναι όπως παλιά. Ούτε εμείς.
Ένα ποτήρι ούζο χτυπάει στο τραπέζι,
Στην προέκταση του ματιού. Απ' αυτό το κανοκιάλι
Μες στον αέρα του το πέλαγος. Το πέλαγος που μεριμνά
Από το κεχριμπαρένιο του κοχύλι: « ο μαγικός δρυμός
Απλώνει τη ζωή για να πατάει σίγουρα σ’ αυτές τις πέτρες,
Και από τον πυρήνα του αναβράζει ο ήχος των ηλιάνθεμων
Διαστέλλοντας τα κατάμεστα μάτια. »