Υπερόπτης θησαυρός




















Χωρίς απάντηση να δίνει κανενός

Μια αόριστη δόνηση απελευθερώνει

Ένα γράμμα στην πλώρη που μαθαίνει 

Να ονειρεύεται ακόμη. 

Ένας πλοηγός
Από άλλα πλάσματα ή πεζοδρόμια

Ξεθυμασμένου μάρμαρου.

Ρήματα αράδες 

Σε ατσαλόσυρμα που δείχνει τα δόντια του

Στην σημασία

Όσο και στην παρουσία. 


O δέκτης 

Βρίσκεται στις κορφές των ιστίων που αναπαύονται

Εμπρός στην σελήνη

Μ’ ένα μαντήλι γεμάτο σημάδια. Από το μπάρκο.


Η γη και η θάλασσα 

Που συνεχίζουν να ταξιδεύουν.


Καρτποστάλ (πρόζα σε κολάζ)






















Σιτάρι, είναι του τόπου αυτού

(που αφήνεται σαν μοναξιά;)

Με στάχυα ηλιοκαμμένα.


Η ριπή του ανέμου φιλτράρεται

Από το χωράφι που η καρδιά του χτυπά

Με ρυθμό εαρινού τηλεγραφήματος. 


Από την αναστάτωση παρουσία μιας τραχιάς μορφής

Τα μαζεμένα φτερά έγιναν καπνός

Ή σαν ιδέα που μόλις έφυγε από τη ζύμωση

Και εμφανίζεται το αίμα.


Κρουστός λαιμός ο βάτραχος

Χωρίς φάλτσο

Κελαρύζει ένα ρυάκι,

Κάπου ανάμεσα στις ελιές,
Ο κανονικός σφυγμός

Μόλις πήρε σχήμα ένα πουλί φλογερίζει μόνο του 

Και ανοίγει τις πύλες 

Της ημέρας που αιωρείται στο κριθαρένιο

Χρώμα της και φτιάχνει στο ίδιο σημείο

Τα πράγματα -   

Τίποτα. Ένα ΤΙΠΟΤΑ δεμένο στην ομορφιά 

Και λίγο πριν διαλυθεί από το σφίξιμο παραπλανεί 

Τις νέες πληγές: ακόμα φαγώσιμοι!



Ήτανε μια φορά




















Μια διάσχιση όπως τώρα, όπως είναι, όταν η νύχτα πέφτει αργά 

Και κλείνει στα φτερά αμίλητων πουλιών. Παραείναι δυνατό. 

Τον βρήκε η βόλτα. Περίμενε με τον εαυτό του. 

Ήταν δύο όπως είναι όλοι κι ένα βήμα στιγμιαίο με ταμπεραμέντο. 

Ακριβώς γι’ αυτό, 

Το μάτι ανοίγει στη μοίρα του που γυρίζει το κεφάλι από την άλλη.


Είναι στον δρόμο του και πάλι - μέσα

Έξω και πάλι μέσα. Σ’ ένα ζευγάρι πέδιλα η κόρη του Νηρέα

Ξεφεύγει από την λάμψη της και τίποτα δεν λέει ο εαυτό της. 

Κομμάτια σπασμένα στο υγρό χαρτί, ή όπως είναι το φιλί
Μέσα από την ψυχή. Οι απαντήσεις μες απ’την 

Αρχαϊκή φωλιά της. 


Από όλη τη δύναμη του δρόμου εκείνου, (κι έδειξε με το τεντωμένο χέρι 

το κοίλον του ορίζοντα), δίπλωσε το σύννεφο και έκανε κατάδυση 

Προς κάθε κατεύθυνση. Στο πιο καλό κλαδί της μεγάλης ροδιάς

Κανείς δεν ορίζει για σημαδούρα ακίνητη. 

Όσο μιλούσε... το τοπίο δεν έλεγε τίποτα και χάθηκε στη λήθη. 

Δεν απέμεινε τίποτα.

 

Στην επιστροφή άφησε το μολύβι να  κάθετε ήσυχο. Όλοι τους έχουν

Αποκάμει. Εδώ όμως, στα φτερά τους με τα μεγάλα μάτια, πεταλούδες 

Σαν ιπτάμενοι διάκοσμοι με αυτά που έχουν καταγράψει οι βόλτες,

Ίσως - δεν είναι μόνο μια γρατσουνιά, μοιάζει με χαμόγελο.


ναρκολωρίδες





Όταν νυχτώνει το σπίτι είναι εκπληκτικά ασταθές

Η αστάθεια αποτυπώνεται στα όσα βλέπουν οι τοίχοι

Οι τοίχοι που δεν στερούνται υγρασίας

Υγρασία όχι από το θυμάμαι αλλά από το ξεχνώ

Ξεχνώ

Στο όνειρο μουγκρίζω και ξυπνώ

Το όνειρο δεν θέλει να μιλήσω ξυπνώ για ύπνο

Άφαντος ο ύπνος

Ύπνος στον άνεμο στα πεύκα και πιο πέρα κι ακόμα

Κι ακόμα στον άνεμο στα πεύκα και πιο πέρα και μέσα τους ακόμα

Και μέσα τους κυρίως μέσα μου θα χαραχθούν ναρκολωρίδες σε σειρά

Σειρά τη σειρά να γράψω μία σειρούλα νάρκη

Η νάρκη στο μολύβι και λέει η προσοχή: στο εμπύρευμα βάλε λογική

Η λογική που είναι θηλυκό μόνο πολεμιστή μπορεί να αγαπήσει.

Bόρρισμα, 2014 (ISBN:978-618-81561-1-1)



Ο Θεός σου
πιο κοίλος από το διάστημα
κι ακόμα πιο Θεός
που λαχταρά ερωτηματικά
και τραύματα!

Το τραγουδούν τα ποιητικά,
το ίχνος παλίρροια το ίχνος κομμάτι ορμητικής
λέξης κι ας έμεινε αστόχαστη
που ανυψώνεται σε Είναι και Λέει
τις κουβέντες ανάποδα, είναι
και παρουσιάζεται και υπογράφει
το γυρισμένο της κεφάλι
τις συνέπειες συντροφιάς από ύψος αλήθειας

Κοίτα πώς γλιστράνε οι λέξεις
στην αλήθεια, λέει ο μοναχικός
συνοδοιπόρος εξαντλημένος

Και χάνει ένας την ψυχραιμία κι είναι ο ορειβάτης
από ξαφνική ομίχλη και ραγδαία βροχή
που στροβιλίζεται και τον λασπώνει φριχτά
και γίνεται η δυσκολία, ένας ορθοστάτης
ένας με παγωμένα χείλη μια φύση ρυακιών 
που σε ακολουθεί στην ψεύτικη διεύθυνση

που 'χει τον πρώτο λόγο στη σιωπή και τη δικιά σου
ακόμα που της σκορπά ό,τι της έχει γραφτεί σε ύψος

και λέγεται αυτό «βόρρισμα σταράτο».

Πήλιο




Οι πέτρες
από το αφρισμένο λινό που φοράει
η
αλμύρα όταν τα μποφόρια
και το κορίτσι,
απλώθηκε

απ’ το μπριζάτο ήχο τζίτζικα
που ευδοκίμησε
στον εγκέφαλο
και μάρτυρές του οι φτέρες
της όρθιας ζέστης

που ο Μορφέας τη βρήκε
με σώμα, 
το σώμα της  λυμένο
απ' όλες τις μπάντες λυμένο

και να 'μαστε εδώ,

με τον Αύγουστο του Λόρκα
στο ποίημα
με όλους τους καιρούς και τα δελτία
για μια φετούλα από το μάγουλο
της θάλασσας
κι αδήλωτα πλατάνια
τη μυρωδιά του πεύκου
το γινομένο σύκο,

υπερασπισμένη πατρίδα,
βουνό των βουνών
Πήλιο

με το δρακόφρυδο
και την τραχιά οπλή,
εδώ έχω αναληφθεί
το όνειρο
τον ελεύθερο δρόμο.

Του λέει γίνε τουλάχιστον























Του λέει γίνε
τουλάχιστον
σ
ε
λ
ι
δ
ο
δ
ε
ί
κ
τ
η
ς
στο 
φερετροποιό
βιβλίο, όπου όλοι μας

Άλλος μπορεί το μολύβι
Άλλος τη γόμα μπορεί, ακόμα και το ίδιο
Το χέρι που γράφει, άλλος
Μπορεί να γίνει
Κάτι όμως,
Όχι τα γράμματα.

Όλες οι πορείες η πορεία (κυκλοφορεί...ISBN:978-960-9545-28-0)






















...«να βρέξουμε το βιβλίο», και ήπιαμε μπύρες 
στο φίλιο μπαλκόνι 
κι όταν τράβηξα στο δρόμο  
άνθρωποι χόρευαν μπαλέτο της κυκλοφορίας χωρίς πρόβα

παραπάτησα μια δυο φορές 
στη μεσημεριανή ακροβασία μέχρι να τη συνηθίσω 
κάτω από τα πόδια κατρακυλούσε στο ασφαλτένιο αλώνι
και μέριασε τη μέρα ένα κάτι από μουσική...
 η μουσική...  η μουσική...
το 'βαζα στο αυτί, ξεφυλλίζοντάς το ν' ακούσω... είναι ήχινο;
''επόμενη στάση Αιγαίου - παρακαλώ, κατεβείτε από τη δεξιά πλευρά του τραμ'', είπε η γάτα της μηχανής.